Θαύμα και διδασκαλία
Ένα θαύμα, αγαπητοί, ένα θαύμα βλέπουμε στο Ευαγγέλιο της ΙΒ’ Κυριακής του Λουκά. Βλέπουμε ένα θαύμα, πούνε συγχρόνως και μία διδασκαλία. Είναι το θαύμα της θεραπείας των 10 λεπρών. Αλλά προς αυτούς τους 10 λεπρούς παραβάλλονται όλοι οι άνθρωποι.
Πραγματικά λεπροί εκείνοι οι 10 δυστυχισμένοι άνθρωποι. Συμβολικά λεπροί όλοι οι άνθρωποι, ή μάλλον ψυχικά λεπροί. Λεπροί με λέπρα χειρότερη απ’ τη λέπρα τη σωματική, που είχαν οι άνδρες του Ευαγγελίου και όλοι οι χανσενικοί όλων των εποχών.
Οι δέκα λεπροί κι ο Χριστός είναι τα πρόσωπα του θαύματος. Ας δούμε τη στάση των 10 λεπρών μπροστά στο Χριστό! Ποια ήταν αυτή η στάση; Δεν ήταν μία η στάση. Τέσσερις στάσεις βλέπουμε ν’ αλλάζουν οι λεπροί. Αλλά κι όλοι οι άνθρωποι μπροστά στο Χριστό παίρνουν, πρέπει να παίρνουν, αυτές τις στάσεις των 10 λεπρών. Ας δούμε αυτές τις τέσσερις στάσεις, όπως φωτογραφίζονται μέσα στο Ευαγγέλιο.
1. Συναίσθηση
Η πρώτη στάση: Πού στέκουν οι 10 λεπροί; Στέκουν μακριά, πολύ μακριά. «Έστησαν πόρρωθεν». Βλέπουν το Χριστό από μακριά, απ’ τον έρημο τόπο που μένουν. Θέλουν να τον πλησιάσουν, να τον δουν από κοντά. Μα δεν μπορούν. Δεν τολμούν να πλησιάσουν κανένα άνθρωπο της κοινωνίας. Καταραμένη και κολλητική τότε η αρρώστια της λέπρας, τους υποχρέωνε να μένουν μακριά απ’ τις πόλεις και τα χωριά, μακριά απ’ τους υγιείς ανθρώπους. Νόμοι αυστηροί τους καθήλωναν στην ερημιά. Αλλά κι οι ίδιοι, ευγενικές υπάρξεις, αισθάνονται τη βρώμα τους, έχουν συναίσθηση της καταστάσεως τους, και δεν θέλουν να κάμουν κακό στους άλλους ανθρώπους. Δεν θέλουν να μεταδώσουν την αρρώστια τους και στους υπολοίπους. Αυτοί είναι ακάθαρτοι. Δεν πρέπει να γίνουν κι οι άλλοι άνθρωποι λεπροί κι ακάθαρτοι. Αυτοί είναι ακάθαρτοι. Δεν θέλουν να πλησιάσουν τους καθαρούς.
Ακάθαρτοι οι 10 λεπροί την εποχή εκείνη. Μα και σήμερα υπάρχουν οι ακάθαρτοι. Όχι οι ακάθαρτοι απ’ τη λέπρα και τις άλλες κολλητικές αρρώστιες. Αυτοί είναι λίγοι, γιατί η επιστήμη συνεχώς προοδεύει και βρίσκει φάρμακα, που αρρώστιες αγιάτρευτες άλλοτε και κολλητικές, σαν τη λέπρα, θεραπεύονται και γίνονται ακίνδυνες. Τι γίνεται όμως με τους άλλους τους πολλούς, πούνε ακάθαρτοι στην ψυχή; Και ποιος είναι καθαρός στην ψυχή; «Τις γάρ καθαρός έσται από ρύπου; Αλλ’ ουδείς, εάν και μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης» (Ιώβ 14, 4. 5). Ποιος είναι καθαρός απ’ την αμαρτία; Δείξτε μου έναν. Κανένας δεν υπάρχει.
Όλοι αμαρτωλοί, όλοι βρωμεροί. Λέπρα η αμαρτία έχει πληγιάσει την ψυχή μας. Πυορροούσα πληγή η ύπαρξη μας. «Επισυρόμενον μιαντήριον» έχουνε καταντήσει. Πίσω απ’ το εύρωστο και όμορφο κορμί κρύβεται βρώμα και δυσωδία.
Ακάθαρτοι όλοι απ’ τη λέπρα της αμαρτίας. Όλοι ανεξαιρέτως. Ένας υπήρξε ο Καθαρός. Ένας βρέθηκε, που μπόρεσε ν’ απευθύνει το ερώτημα: «Τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιωάν. 8, 46). Είχε συνείδηση της αναμαρτησίας του. Και αυτός είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
Άσπιλος και άμωμος! Δεν βρέθηκε δόλος στο στόμα του και αμαρτία δεν έκαμε καμιά (Ήσ. 53, 9). Μάταια θέλησαν οι αρνητές του να βρουν μώμο στην αναμάρτητη, στην ολοκάθαρη, στην πάναγνη ζωή του.
Εκείνος Καθαρός, εμείς ακάθαρτοι. Πώς να τον πλησιάσουμε; Οι 10 λεπροί στέκονταν «πόρρωθεν». Και οι αμαρτωλοί, που έχουν συναίσθηση της αμαρτωλότητας τους, της βρωμιάς και ακαθαρσίας τους, στέκουν «πόρρωθεν». Στέκουν με ένα βαθύ δέος, με μια θεία συστολή, με μια βαθειά συναίσθηση απέναντι στο Χριστό. -Χριστέ μου, ποιος είμαι εγώ για να σε πλησιάσω; Χριστέ μου, είμαι ακάθαρτος.
Πώς να πλησιάσω εσένα, πούσαι καθαρός, ο μόνος καθαρός και ακήρατος Κύριος; Χριστέ μου, πώς ν’ ανοίξω την ακάθαρτη μου γλώσσα για να μιλήσω για το όνομα σου; Πώς να σηκώσω τα ακάθαρτα μου χέρια για να προσευχηθώ σ’ εσένα; Πώς να φέρω τ’ ακάθαρτα μου πόδια μέσα στο ναό σου; Πώς να βαδίσω μέσα στο άγιο σου βήμα; Πώς ν’ αγγίξω την αγία σου τράπεζα και να ψαύσω τα κράσπεδα της μεγαλοσύνης σου; Χριστέ μου, πώς ν’ ανοίξω τ’ ακάθαρτα μου χείλη για να δεχτούν εσένα, το θείο μαργαρίτη, αυτό το πανακήρατο Σώμα σου και αυτό το πανάγιο Αίμα σου; Πώς; Πώς;…
Αυτή η βαθειά συναίσθηση, η οποία συνέχει τον αμαρτωλό που πιστεύει, τον κάνει να στέκει «πόρρωθεν», μακριά. Να στέκει με δέος και ευλάβεια. Και αν τελικά ο αμαρτωλός προσέρχεται και πλησιάζει το Χριστό και δέχεται τη θεία Κοινωνία, το κάνει όχι γιατί θεωρεί τον εαυτό του άξιο, αλλά γιατί «θαρρεί εις το έλεος της ευσπλαχνίας» του Θεού. Πλησιάζει το Χριστό με το θάρρος που του δίνει ο ίδιος, όταν λέει: «Δεύτε προς με πάντες». Πλησιάζει, αλλά πλησιάζει όχι μηχανικά ή ασυναίσθητα, αλλά «τρέμων τε και χαίρων άμα».
2. Κραυγή ικεσίας
Μακριά απ’ το Χριστό, «πόρρωθεν», είναι η μία στάση των 10 λεπρών, η στάση της συναισθήσεως. Μα ευθύς αμέσως ακολουθεί δεύτερη στάση. Το φιλμ του θαύματος προχωρεί. Ποια η δεύτερη στάση; Είναι η σκηνή της κραυγής. Οι 10 λεπροί κραυγάζουν. Η λέπρα δεν τους αφήνει να πλησιάσουν το Χριστό και να επικοινωνήσουν μαζί του. Αλλ’ αυτοί βρίσκουν τρόπο να επικοινωνήσουν με το Χριστό. Επικοινωνούν με τη φωνή τους. Η φωνή τους είναι φωνή πίστεως.
Μετά λόγια πού λένε αναγνωρίζουν το Χριστό σαν Κύριο, σαν παντοδύναμο Κύριο, που μπορεί να τους ελεήσει και να τους κάνη καλά. «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς». Η φωνή τους ήταν ακόμα μια κραυγή ικεσίας. Δεν άνοιξαν απλώς το στόμα τους να παρακαλέσουν. Όχι! «Ήραν φωνήν». Σήκωσαν φωνή μεγάλη. Άρχισαν όλοι μαζί οι 10 λεπροί να παρακαλούν με δυνατή φωνή, με κραυγή. Σπαρακτική ακούγεται η κραυγή τους, που διασχίζει τον αέρα και φτάνει μέχρι τον Ιησού. Ακούγεται ο αντίλαλος της: «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς»…
Ακάθαρτοι οι λεπροί. Μα πιστεύουν στην δύναμη του καθαρού και αναμάρτητου Ιησού, που εκείνη την ώρα περνά πιο πέρα απ’ αυτούς.
Ακάθαρτοι κι αμαρτωλοί είμαστε κι εμείς. Μα πιστεύουμε στη δύναμη και στο έλεος τού Χριστού. Γι’ αυτό κι επαναλαμβάνουμε τη σύντομη ικεσία των 10 λεπρών. Πολλές φορές την επαναλαμβάνουμε στη θεία λειτουργία: «Κύριε, ελέησον». Πολλές φορές τη λέμε στη νοερά προσευχή: «Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν». Αμαρτωλοί είμαστε, αλλ’ όχι ασεβείς. Παραβάτες του Νόμου του Θεού, αλλ’ όχι αρνητές του Ευαγγελίου. Ακάθαρτοι και ελεεινοί, αλλά πιστεύουμε στον αναμάρτητο και νοσταλγούμε το καθαρό και άγιο. «Σοί μόνω, Κύριε, αμαρτάνομεν, αλλά και σοί μόνω λατρεύομεν».
Και όσοι πιστεύουν κραυγάζουν όπως οι 10 λεπροί. Κραυγάζουν το «Κύριε, ελέησον». Δεν το λένε μονάχα ψαλτά. Το λένε και με κραυγή, με αγωνία, με πίστη. Είναι η πιο σύντομη, αλλά και πιο επιτυχής ικεσία του αμαρτωλού προς τον Δεσπότη θεό. «Ταύτην σοι την ικεσίαν ως Δεσπότη οι αμαρτωλοί προσφέρομεν, ελέησον ημάς». Είμαστε αμαρτωλοί, Χριστέ, μα πιστεύουμε σ’ εσένα και θέλουμε νάχουμε σχέσεις μ’ εσένα Κι η γέφυρα που θα μας ενώνει είναι το έλεος σου… Ελέησε μας!
3. Υπακοή
Είδαμε τις δυο στάσεις των 10 λεπρών. Η μία στάση το «πόρρωθεν», η δεύτερη στάση η κραυγή της ικεσίας. Αλλ’ έρχεται αμέσως η τρίτη στάση. Ποια είναι; Είναι η στάση της υπακοής. Για κοιτάξτε τους, υπακούουν πιστά σε κάτι που τους λέει ο Χριστός. Άκουσε ο Χριστός την κραυγή τους και τους ελεεί. Βλέπει τον πόνο τους και τη δυστυχία τους και τους θεραπεύει. Αλλά πώς τους θεραπεύει; Δεν τους θεραπεύει αμέσως μ’ ένα του λόγο ή μία του ενέργεια, όπως έκαμε σε τόσα άλλα θαύματα. Τους θεραπεύει διά της υπακοής. Τους θεραπεύει, αφού προηγουμένως δοκίμασε την πίστη τους με ένα πρόσταγμα που τους έδωσε. Τι τους είπε; «Πορευθέντες επιδείξατε εαυτούς τοις ιερεύσι». Τρέξτε, τους λέει, πηγαίνετε να δείξετε τους εαυτούς σας στους ιερείς.
-Μα Χριστέ, πώς να πάμε με τέτοια κατάσταση λέπρας στους ιερείς; Πρώτα – πρώτα δεν θα μπορέσουμε να πλησιάσουμε την πόλη και τους ανθρώπους. Κι έπειτα οι ιερείς τι μπορούν να μας κάνουν; Είναι ανάγκη να πάμε στους ιερείς; Δεν μπορείς, Χριστέ, να μας θεραπεύσεις, όπως θεράπευσες τόσους άλλους; Κάνε μας καλά, κι ύστερα πηγαίνουμε στους ιερείς να πιστοποιήσουν τη θεραπεία μας, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής…
Αλλ’ όχι, τίποτα από όλα αυτά δεν σκέφτηκαν ούτε είπαν οι 10 λεπροί. Κάνουν τυφλή υπακοή στην προσταγή του Χριστού. Πιστεύουν ακράδαντα πως θα γίνουν καλά. Γι’ αυτό και ξεκινούν. Και δεν προλαβαίνουν να ξεμακρύνουν πολύ, και το θαύμα γίνεται στο δρόμο που τρέχουν για τους ιερείς. «Και εγένετο εν τω υπάγειν αυτούς εκαθαρίσθησαν». Η πίστη τους και η υπακοή τους στην εντολή του Χριστού βραβεύτηκε. Η λέπρα έφυγε από πάνω τους. Η βρώμα και η δυσωδία εξαφανίστηκε. Καθαρίστηκαν.
Για φαντασθήτε νάταν οι 10 λεπροί αυθάδεις και ανυπότακτοι, σαν μερικούς σημερινούς χριστιανούς, και να περνούσαν την εντολή του Χριστού απ’ το κόσκινο της λογικής τους! -Και γιατί να πάμε στους Ιερείς να εξομολογηθούμε; Δεν μπορεί απ’ ευθείας ο Χριστός να μας συγχωρήσει τις αμαρτίες; Εγώ θα πάω απ’ ευθείας στο Χριστό, θα γονατίσω και θα του πω τ’ αμαρτήματα μου και θα συγχωρεθώ…
Αυτά λένε πολλοί χριστιανοί, που δεν θέλουν να ταπεινωθούν μπροστά στον πνευματικό και να εξομολογηθούν με συντριβή τα αμαρτήματα τους. Οι δυστυχείς! Ξεχνούν πως είναι προσταγή του Χριστού. «Επιδείξατε εαυτούς τοις ιερεύσι». Δείξτε τον εαυτό σας, τις πληγές σας, τις αμαρτίες σας στον ιερέα, στον πνευματικό. Πήγαινε, εξομολογήσου, θα επιστρέψεις καθαρός. Το έλεος του Χριστού, η αγάπη του Χριστού, το Αίμα του Χριστού καθαρίζει όλα τα αμαρτήματα.
4. Ευγνωμοσύνη
Είδατε, αδελφοί μου, τις τρεις στάσεις των 10 λεπρών; Και στις τρεις στάσεις είναι και οι 10 μαζί. Ό,τι κάνει ο ένας κάνουν και οι άλλοι. Μαζί στην απομόνωση, μαζί στη θλίψι, μαζί στην κραυγή της ικεσίας, μαζί στο τρέξιμο για τους ιερείς. Δεν είναι όμως μαζί στην τέταρτη και τελευταία στάση. Εκεί χωρίζουν. Δεν είναι μαζί στην επιστροφή.
Οι 9 επιστρέφουν στα σπίτια τους, στους δικούς τους. Ο ένας μονάχα επιστρέφει στο Χριστό. Τον βρίσκει, και με μάτια πλημμυρισμένα από δάκρυα πέφτει στα πόδια του και με φωνή μεγάλη και ισχυρή δοξάζει το Θεό, ευχαριστεί το Χριστό για τη μεγάλη δωρεά. Όπως κραύγαζε, όπως φώναζε παρακαλώντας, έτσι τώρα φωνάζει δοξολογώντας. -Χριστέ, σ’ ευχαριστώ… Μα είναι μόνος στη στάση αυτή της ευγνωμοσύνης. Κι ο Χριστός εκφράζει το παράπονο:
«Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; Οι δε εννέα πού;».
Χριστέ μου, σ’ ακούω και σήμερα να κάνεις το ίδιο παράπονο: -Όλους δεν τους αγαπώ; Για όλους δεν σταυρώθηκα; Πούνε τώρα οι 9; Πούνε οι πολλοί; Πούνε οι περισσότεροι; Δεν αισθάνονται την ανάγκη να δοξολογήσουν το Θεό;
Ω, η αγνωμοσύνη των ανθρώπων! Εδώ κάποιος μεγάλος και ισχυρός της ημέρας σε εξυπηρετεί, καταδέχεται να σε δεχθεί και να σ’ ακούσει, ή ικανοποιεί κάποιο αίτημα σου, και λειώνεις μπροστά του εκφράζοντας την ευχαριστία σου. Χίλια «ευχαριστώ» στους ανθρώπους! Κι ο Θεός, που μέρα – νύχτα σε ευεργετεί- ο Θεός, που έστειλε το μονογενή του Υιό για να σε καθαρίσει από τη λέπρα της αμαρτίας, ένα «ευχαριστώ» δεν ακούει από το στόμα σου. Πούνε οι πιο πολλοί άνθρωποι; Ένα «Δόξα σοι, ο Θεός» δεν βγαίνει από το στόμα τους. Μία ώρα δεν θυσιάζουν νάρθουν να δοξολογήσουν το Θεό στην εκκλησία… Κι όχι μονάχα αυτό. Όχι απλώς δεν ευχαριστούν τον Ευεργέτη τους. Όχι απλώς δεν υμνούν και δεν δοξολογούν. Όχι απλώς λησμονούν να επιστρέψουν. Αλλά και ανοίγουν το βρωμερό τους στόμα και βλαστημούν το Χριστό. Σαν λυσσασμένα σκυλιά δαγκώνουν το χέρι του Ευεργέτη τους.
Χριστέ, ακούμε και σήμερα ν’ απευθύνεις το παράπονο: «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού;». Συ γνωρίζεις πού είναι οι 9, πού γυρίζουν οι πιο πολλοί. Εμείς τίποτε άλλο δεν μπορούμε να πούμε, παρά να σε ικετεύσουμε να μας ελεήσεις. Ελέησε τον κόσμο σου, για τις αμαρτίες του, για την αποστασία του, και προ παντός για την αχαριστία του. «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς».
ΑΡΧΙΜ. ΔΑΝΙΗΛ ΑΕΡΑΚΗ
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
Comments are closed.