«ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΜΝΗΜΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (12-11-2016)»

Λόγος στόν Πανηγυρικό Ἑσπερινό τῆς μνήμης τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν  Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου Κων/πόλεως τοῦ Χρυσοστόμου

στό Ἱερό Ναό Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου Πρέβεζας 12-11-2016

 

          Σεβασμιώτατε, εὐλαβέστατοι συμπρεσβύτεροι, ἐντιμώτα­τοι Ἄρχοντες, ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

 

          Ἡ ἑορτή τῆς μνήμης τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου μᾶς συγκέντρωσε ἀπόψε ἐδῶ στόν πανηγυρίζοντα ναό του.

Εἶναι ἕνας ἀπό τούς κορυφαίους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ λαμπρός φωστήρας καί διδάσκαλος τῆς Οἰκουμένης, ὁ γίγαντας τοῦ πνεύματος, ὁ κολοσσός ἁγιότητας. Εἶναι τό γλυκόφωνο ἀηδόνι τοῦ ἄμβωνα, ὁ μεγαλύτερος ἱεροκήρυκας ὅλων τῶν αἰώνων, ὁ πρύτανις τοῦ λόγου καί ὁ Δημοσθένης τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ ξεχωριστός κήρυκας τῆς ἀλήθειας, τῆς μετάνοιας καί τῆς ἀγάπης, ὁ πνευματικός φάρος καί τό πρότυπο ζωῆς. Ἔχουν περάσει περισσότερα ἀπό 1600 χρόνια ἀπό τότε πού ἔφυγε ἀπ᾿ αὐτό τόν κόσμο· καί ὅμως τό ἄστρο του δέν ἔδυσε, τό φῶς του δέν ἐξαφανίστηκε, ἡ διδασκαλία του δέ λησμονήθηκε.

Ἔζησε τόν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Γεννήθηκε στήν ξακουσμένη πόλη τῆς Ἀντιόχειας, στήν ὁποία ἀκούστηκε γιά πρώτη φορά τό ὄνομα χριστιανός. Καταγόταν ἀπό εὐγενεῖς γονεῖς, τόν Σεκοῦνδο, πού ἦταν γενναῖος στρατηγός, καί τήν Ἀνθοῦσα πού ἦταν πολύ πιστή χριστιανή. Εἴκοσι χρονῶν ἡ μητέρα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου ἔμεινε χήρα. Δέν νοιάστηκε ὅμως γιά τόν ἑαυτό της, ἀλλά ἀφοσιώθηκε μέ θέρμη στήν ἀνατροφή τοῦ μονάκριβου παιδιοῦ της.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἔμαθε καλά τά ἑλληνικά γράμματα καί σπούδασε στήν περίφημη Σχολή τοῦ ἐθνικοῦ φιλοσόφου Λιβανίου. Ὅταν κάποτε ὁ φιλόσοφος ρωτήθηκε ποιόν θά ἄφηνε διάδοχό του, ἐκεῖνος ἀπάντησε:   «Τόν Ἰωάννη, ἄν δέν τόν εἶχαν κερδίσει οἱ χριστιανοί».

Ἔγινε κληρικός ἀπό τόν Πατριάρχη Φλαβιανό καί ἀφοσιώθηκε στό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Τά λόγια πού ἔβγαιναν ἀπό τό στόμα του ἦταν γεμάτα ἀπό πίστη, ἀγάπη καί ἐλπίδα πρός τό Θεό. Τά λόγια του σάν νά ἔβγαιναν ἀπό ἕνα χρυσό στόμα καί ἀπό  ἀπό μιά χρυσῆ καρδιά.

Δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια κήρυττε τό λόγο τοῦ Θεοῦ στήν Ἀντιόχεια. Ἡ φήμη του ἐξαπλώθηκε παντοῦ. Ἔρχονταν ἀπό διάφορα μέρη νά τόν ἀκούσουν. Μέ τά κηρύγματά του οἱ πονεμένοι ἔβρισκαν παρηγοριά, οἱ φτωχοί καί κατατρεγμένοι προστασία, οἱ πλούσιοι διδάσκονταν νά ἀγαποῦν τούς φτωχούς, οἱ ἄρχοντες νά εἶναι στό λαό πατέρες καί φιλόστοργοι, ὁ λαός νά τιμᾶ τούς ἄρχοντες καί οἱ ἱερεῖς νά στέκονται ψηλά στή συνείδηση τοῦ λαοῦ. Παράλληλα ἀσχολεῖτο μέ τό  ἱερό ἔργο τῆς φιλανθρωπίας. Φρόντιζε τούς φτωχούς καί τούς πεινασμένους, παρηγοροῦσε τούς θλιμμένους, ἔτρεφε τίς χῆρες καί τά ὀρφανά. Ὅλος ὁ κόσμος τόν εἶχε ἀγαπήσει. Δίδασκε, συμβούλευε, παρηγοροῦσε, ἔλεγχε τό κακό, οἰκοδομοῦσε πνευματικά.

Μέ ἀπαγωγή μεταφέρθηκε στήν Κωνσταντινού­πολη, ὅπου ἐξελέγη πατριάρχης ἐπί τῆς Βασιλείας Ἀρκαδίου. Ἔμεινε στόν πατριαρχικό θρόνο ἕξι χρόνια καί ἔκανε σπουδαῖα, μεγάλα καί θαυμαστά ἔργα: Διακονοῦσε τό λόγο τοῦ Θεοῦ, συνέγραφε βιβλία, φρόντιζε γιά τό ἔργο τῆς φιλάνθρωπίας, ἀπομάκρυνε ἀπό τήν ἀρχιεπισκοπή ἀνάξιους κληρικούς, ἔλεγχε τή φιλαργυρία καί τήν πλεονεξία τῶν πλουσίων. Καυτηρίαζε τήν πολυτέλεια τῶν γυναικῶν, προστάτευε τούς φτωχούς καί καταδιωκόμενους. Ὁ ἴδιος ζοῦσε ἀσκητικά. Ἔτρωγε πολύ λιτά. Περνοῦσε τίς νύχτες του μελετώντας καί προσευχόμενος. Ἔχοντας ὑπό τήν ἐπίβλεψή του τήν οἰκονομική διαχείρηση τῶν ἐσόδων τῆς Ἐκκλησίας τά διέθετε ὅλα γιά τούς φτωχούς καί δυστυχισμένους. Ὁ λαός τόν ἀγαποῦσε καί τόν θαύμαζε σάν ἀληθινό πατέρα καί προφήτη. Δέν κολάκευε κανέναν καί ἔλεγχε τίς κακίες ὅλων ἀνεξαιρέτως. Ἀκόμη ἔλεγχε καί τή βασίλισσα Εὐδοξία καί τόν πανίσχυρο πρωθυπουργό Εὐτρόπιο, ὁ ὁποῖος κυνηγημένος ἀπό τό στρατό σώθηκε ἀπό τόν ἅγιο πατριάρχη. Γι᾿ αὐτό καί ὅλοι οἱ ἀνάξιοι καί διεφθαρμένοι ἄνθρωποι ἀποφάσισαν νά τόν καθαιρέσουν ἀπό τόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο. Καταδικάστηκε καί ἐξορίστηκε στήν Κουκουσό τῆς Ἀρμενίας γιά τρία χρόνια.  Ἡ ἀγάπη καί ὁ θαυμασμός, πού ἔτρεφε ὅμως ὁ κόσμος πρός τό πρόσωπό του, καθοδηγοῦσε τούς πιστούς ἀπ᾿ ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου στόν ἥρωα καί μάρτυρα τῆς Ὀρθόδοξίας. Ἔγραφε ἐπιστολές μέ τίς ὁποῖες  παραινοῦσε καί στήριζε ὅσους ἔμεναν ἀφοσιωμένοι σ᾿ αὐτόν. Ἔστειλε, ἐπίσης, ἱεραποστόλους στά ἄγρια μέρη τῆς Ἀνατολῆς, γιά νά κηρύξουν τό Χριστό.

Ἐπειδή ἡ δράση πού ἀνέπτυξε στήν ἐξορία δέν ἄρεσε καθόλου στούς ἐχθρούς του, τόν ἐξόρισαν ἀκόμα πιό μακριά, στήν Πυτιοῦντα. Ἀπό τίς κακουχίες τό ἀσθενικό καί ἐξαντλημένο του σῶμα δέν ἄντεξε. Ἔτσι στό παρεκκλήσι τοῦ ἁγίου Βασιλίσκου, ἀφοῦ τό βράδυ  πῆρε τή διαβεβαίωση τοῦ μάρτυρα ὅτι «αὔριο θά εἴμαστε μαζί», παρέδωσε τήν ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Τά  τελευταῖα του λόγια ἦταν: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

Ἡ Ἐκκλησία τόν ὀνομάζει «μέγιστο φωστήρα», ἐπειδή πρῶτα μέ τή ζωή του καί ἔπειτα μέ τά συγγράμματά του κήρυξε ὅτι μοναδική πηγή τοῦ Ἀληθινοῦ Φωτός εἶναι ὁ Χριστός. Χωρίς αὐτό τό Φῶς ἡ ζωή δέν ἀποκτᾶ νόημα οὔτε μέ τήν ὑγεία, οὔτε μέ τήν ἐπιστήμη, οὔτε μέ τήν τεχνολογική πρόοδο. Ἐπειδή αὐτά δέν ὠφελοῦν οὐσιαστικά τόν ἄνθρωπο καί δέν τόν σώζουν.

Πρώτη καί κύρια ἀγωνία καί λαχτάρα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου ἦταν ἀφ᾿ ἑνός νά κρατᾶ ἀναμμένο τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ μέσα του καί μέσα στόν κόσμο καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά μᾶς μάθει τίς προϋποθέσεις γιά νά ἀνάψει καί ἡ δική μας λαμπάδα ἀπ᾿ αὐτό τό Φῶς. Ὁ τρόπος πού μποροῦμε νά τό ἀποκτήσουμε καί νά τό μεταδώσουμε εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀγάπησε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ὅσο τίποτε ἄλλο, καί ἀγωνίστηκε νά κρατήσει τή ζωή του μέσα σ᾿ αὐτές τίς σωτήριες ἐντολές. Αὐτό εἶναι τό ἀληθινό μεγαλεῖο του· ἡ μεγαλύτερη δόξα του· ἡ μεγαλύτερη εὐεργεσία του· ἡ πιό πολύτιμη κληρονομιά του στή ἀνθρωπότητα. Ὅλα τά ἄλλα: ἡ θαυμαστή παιδεία του, ἡ ἀγάπη του γιά τά ἑλληνικά γράμματα, τό ὀγκῶδες συγγραφικό του ἔργο καί ἡ τεράστια κοινωνική του προσφορά ἔχουν ὅλα σχετική ἀξία. Μόνο τότε ἀποκτοῦν ἀληθινή ἀξία ὅταν τά βλέπουμε μέσα ἀπό τό φῶς τῆς ἀγάπης του πρός τόν Ἕνα Ἀληθινό Θεό, τόν Κύριο τῆς Δόξης. Δηλ. τῆς ἀγάπης του πρός τίς σωτήριες ἐντολές τοῦ Χριστοῦ.

Ἀγάπησε τό Χριστό. Ἀγάπησε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἀγάπησε τίς σωτήριες ἐντολές Του.

Ἔκανε σκοπό τῆς ζωῆς του νά μήν ἀφήσει τίποτε πού νά διώξει τό Χριστό ἀπό τή ζωή του.

Ἔκανε σκοπό τῆς ζωῆς του νά μήν ἀφήσει τίποτε πού νά διώξει τό Χριστό ἀπό τήν καρδιά του.

Ἔκανε σκοπό τῆς ζωῆς του νά βάλει τό Χριστό στή ζωή του καί στήν καρδιά του καί νά μήν ἀφήσει τίποτε πού νά τόν διώξει ἀπ᾿ ἐκεῖ.

Γι᾿ αὐτό συνεχίζει πάντοτε νά εἶναι ζωντανός καί νά φωτίζει μέ τίς πρεσβεῖες του, τίς προσευχές του καί τά συγγράμματά του κάθε ἄνθρωπο πού ψάχνει γιά τήν ἀλήθεια.

*            *            *

Μέ τήν εὐκαιρία τῆς ὀνομαστικῆς ἑορτῆς τοῦ Σεβασμιωτάτου  Ποιμενάρχη μας κ. Χρυσοστόμου καί τῆς  συμπλήρωσης τεσσάρων χρόνων στήν Μητρόπολή μας, θά ἤθελα νά πῶ μέ κάθε εἰλικρίνεια, σεβασμό καί υἱϊκή ἀγάπη, μέσα ἀπό τήν καρδιά μου, τά ἑξῆς:

Ἤρθατε Σεβασμιώτατε, λές καί ἦταν χθές, ἀνάμεσά μας καί ἐπί κεφαλῆς τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησία μας μέ τίς καλύτερες διαθέσεις κρατώντας πρώτιστα τόν εὐαγγελικό νόμο τῆς ἀγάπης γιά τό Θεό καί γιά τόν ἄνθρωπο ἀνεπιτήδευτα, ἀνυπόκριτα, ἀπροκατά­ληπτα, μέ ἀπέραντη καλωσύνη καί ἁπλότητα ἀφοπλιστική. Ἀνοιχτός πρός ὅλους καί ἐπικοινωνιακός, μέ μετρημένες κινήσεις, μέ μετρημένα λόγια καί συνετά, φιλόστοργος Πατέρας φέρατε ἕναν καινούργιο ἀέρα πού δέ διαιρεῖ καί δέ σαρώνει τά πάντα, ἀλλά ἐποικοδομεῖ.

Εὔχομαι ὁ Κύριος νά Σᾶς διαφυλάττει ὑγιή, μακροημερεύοντα καί ὀρθοτομοῦντα τό λόγον τῆς Ἀληθείας.

Νά εἶστε  φωτισμένος γιά νά μᾶς καθοδηγεῖτε.

Νά εἶστε χαριτωμένος γιά νά μᾶς εὐλογεῖτε.

Νά εἶστε ὑγιής γιά νά μᾶς στηρίζετε.

Νά εἶστε φιλάνθρωπος νά μᾶς συγχωρεῖτε.

Νά εἶστε στοργικός γιά νά μᾶς ἀγαπᾶτε.

Νά εἶστε πάντοτε ἄξιος.

Τά ἔτη Σας νά εἶναι πολλά, εὐλογημένα  καί καρποφόρα.

Νά ἔχουμε τίς ἀρχιερατικές εὐχές καί εὐλογίες Σας.

 

Ἀρχιμ. Ἰωήλ Νικολάου

Comments are closed.