Μέ ἀφορμή τή συμπλήρωση 100 ἐτῶν ἀπό τήν ἵδρυση καί τή συνεχῆ κυκλοφορία τοῦ ἐπιστημονικοῦ περιοδικοῦ Θεολογία, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διοργανώνει Διεθνές Ἐπιστημονικό Θεολογικό Συνέδριο μέ τίτλο: «Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἐν πορείᾳ στήν “ἄυλη πραγματικότητα” τῆς ὕστερης νεωτερικότητος», μέ τή συμμετοχή διακεκριμένων θεολόγων ἀπό ὅλο τόν ὀρθόδοξο καί ὄχι μόνο κόσμο.
Ἡ Θεολογία συνήθως περιγράφεται ὡς ὁ καρπός τῆς διαρκοῦς ἐγρηγόρσεως καί τῆς μακρᾶς πάλης τῆς Ἐκκλησίας ἔναντι συγκεκριμένων αἱρετικῶν προκλήσεων καί ἀποκλίσεων. Ἐπιχειρεῖ νά ἑρμηνεύσει, ἐν τόπῳ καί χρόνῳ, σέ κάθε ἐποχή, τήν πολυμερῶς καί πολυτρόπως ἐκδηλούμενη θεία Ἀποκάλυψη ὡς σωτηριώδη ἀλήθεια γιά σύνολη τήν κτίση. Ἡ ἀπώθηση τοῦ Θεοῦ στό ὑπερπέραν καί ἡ ὑποβάθμιση τοῦ ὑπεραισθητοῦ κόσμου, κατ’ ἐξοχήν κατά τούς νεωτέρους χρόνους (Διαφωτισμός), ἄφησε μετέωρο τόν αἰσθητό κόσμο, μέ συνέπεια τή σύγχρονη ρευστότητα, καθ’ ὅτι ὁ τελευταῖος δέν εἶναι αὐτοδημιούργητος. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος προσπαθεῖ νά
ἀντιμετωπίσει τήν ἄβυσσο τῆς ρευστότητας ἀναζητώντας ἔρεισμα στή «μηχανοποίηση».
Οἱ ἐπιστημονικές ἐξελίξεις, ἡ τεχνολογική πρόοδος, ἡ «ψηφιακή πραγματικότητα», ἡ βιοτεχνολογία μέ τίς διαρκῶς προστιθέμενες ἐφαρμογές καί δυνατότητές τους φαίνεται ὅτι ἀνακαθορίζουν τίς ἀνθρωπολογικές καί κοσμολογικές ἀντιλήψεις καί παραμέτρους.
Ἔχει ἤδη ἀνατείλει ἡ ἐποχή τοῦ μετα-σύμπαντος (metaverse), πού «ὑπόσχεται» τήν ἀποδόμηση καί κατάργηση τῶν φυσικῶν περιορισμῶν τοῦ χωροχρόνου. Ἡ «ἐπαυξημένη» πραγματικότητα, ὁ εἰκονικός κόσμος, τά τεχνητά περιβάλλοντα ἀποδιαρθρώνουν, ἀπειλοῦν καί ὑπο-καθιστοῦν μαζικά
τό φυσικό καί κοινωνικό περιβάλλον.
Ἡ ἀνθρωπότητα ὅμως δείχνει ἀνυποψίαστη γιά τό μεταφυσικό ὑπόβαθρο τῆς εἰκονικότητας καί τίς βαθύτερες προεκτάσεις τῶν παρενεργειῶν της. Τό θέμα τῆς τεχνολογίας ἀνάγεται σέ ἐπίπεδο χρήσης. Ἡ ἁπλῶς ὀρθή χρήση τῆς τεχνολογίας δέν μπορεῖ νά τίς ἄρει ἢ ἔστω νά τίς περιορίσει, γιατί «μεταπτωτικά» ἡ «οὐδετερότητα» τῆς τεχνικῆς εἶναι αὐταπάτη, ὅπως ἔχει ἀποδειχθεῖ πλεῖστες φορές μέσα στήν ἱστορία.
Δυστυχῶς, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ταύτισε τήν τεχνική δυνατότητα (δῶρο τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ), ὡς γνώρισμα τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν τεχνική ὡς στάση ζωῆς. Ὅμως ὁ Martin Heidegger ἐδῶ καί δεκαετίες ἔχει προειδοποιήσει ὅτι: «ἡ οὐσία τῆς τεχνολογίας κατά κανένα τρόπο δέν εἶναι κάτι τό τεχνικό». Ἡ τεχνική, ὅπως σημειώνει ὁ Σπ. Κυριαζόπουλος (Ἡ καταγωγή τοῦ τεχνικοῦ πνεύματος, 1965, σ. 15): «δέν ἐμφανίζεται εἰς τήν ἐποχήν μας ὡς ἰδιότης ἁπλῶς καί μόνον τοῦ τεχνίτου, ἀλλ’ εἶναι ἡ στάσις τοῦ ἀνθρώπου ἐντὸς τοῦ κόσμου […]. Δέν εἶναι λοιπόν ἡ τεχνική ἁπλῶς τό σύνολον τῶν μηχανικῶν ἀντικειμένων, ἀλλ’ ὁ τρόπος, διά τοῦ ὁποίου δημιουργοῦνται τά σύγχρονα προβλήματα καί ἡ μέθοδος τῆς λύσεώς των καί, ἀπὸ τῆς ἀπόψεως αὐτῆς, ἡ προϋπόθεσις τῆς ἀνθρωπίνης οὐσίας. Ἰδού διατί
ὁ λόγος περί τεχνικῆς δέν ἀναφέρεται εἰς τά πράγματα, ἀλλ’ εἰς τόν ἄνθρωπον· δέν εἶναι λόγος περί τεχνικοῦ ἔργου, ἀλλά περί τεχνικοῦ πνεύματος». Ἑπομένως, τά τεχνολογικά ἐπιτεύγματα καί τό τεχνικό πνεῦμα εἶναι διαφορετικά, σχετίζονται, ἀλλά δέν ταυτίζονται.
Ἡ «τεχνολογικοποίηση» τοῦ ἀνθρωπίνου βίου εἶναι πλέον καθολική καί λαμβάνει διαστάσεις σωτηριολογικές, ὑπαρξιακές, ὀντολογικές. Ἡ πίστη στήν τεχνολογική πρόοδο καί ἡ διευκόλυνση πού αὐτή παρέχει λαμβάνουν στό ἐδῶ καί τώρα χαρακτηριστικά θρησκευτικῆς λειτουργίας μεσσιανικοῦ
χαρακτήρα, ἀποδυναμώνοντας καί ὑποσκάπτοντας κάθε παραδοσιακή ἔκφραση θρησκευτικότητας. Μέ βάση τά προαναφερθέντα, προκύπτει ἕνα κρίσιμο ἐρώτημα: Κατά πόσον ἀλλοιώνεται ἡ θεολογική μας παράδοση ἀπό τή μεσολάβηση τῆς τεχνικῆς; Ἡ ἀντινομία τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ ἔγκειται στό
ὅτι ἀφ’ ἑνός παραμένει προσκολλημένος στήν ὕλη καί ἀφ’ ἑτέρου προβάλλει ἕνα ἄυλο, εἰκονικό μοντέλο ζωῆς. Κατά βάθος ὁ σύγχρονος πολιτισμός, ἀποδεσμευόμενος ἀπό τήν ὕλη, ἐξαϋλούμενος, ὑποτιμᾶ τήν ὕλη σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά διερωτᾶται κανείς μήπως ἡ Σάρκωση καθίσταται ἄνευ νοήματος καί ἡ κατά Χριστόν μεταμόρφωση τῆς ὕλης ἀνέφικτη.
Ἐνώπιον αὐτῶν τῶν περίπλοκων ζητημάτων, ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία καλεῖται νά ὁριοθετήσει κριτικά τίς προϋποθέσεις τοῦ τεχνικοῦ πνεύματος ὡς στάσης ζωῆς καί νά ἀναγγείλει μία αὐθεντική πρόταση ζωῆς σέ ἕνα πλανήτη πού κινδυνεύει μέ ὁλοκληρωτική καταστροφή. Καί ὁ θεολογικός λόγος τῆς Ἐκκλησίας καλεῖται, γιά ἀκόμη μία φορά, νά περισώσει καί νά ἀναδείξει τήν ἀξία τῆς ὕλης καί τοῦ σώματος, «ὑπέρ ὧν» ὁ Χριστός ἐτέχθη, «ἀπέθανε» (Ῥωμ. 5, 8) καί ἀνέστη, ὁριοθετώντας τή ζωηφόρο ἀλήθεια τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
Μέ βάση τό σκεπτικό (ratio) αὐτό, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέσῳ τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συνεδρίου καί τοῦ Τμήματος Συντάξεως τοῦ περιοδικοῦ Θεολογία, θέλοντας νά τιμήσει τήν ἑκατονταετῆ συμβολή του στά θεολογικά Γράμματα, καλεῖ ὅσους ἐνδιαφέρονται νά συμμετάσχουν μέ εἰσήγηση (κατόχους ὁπωσδήποτε διδακτορικοῦ τίτλου σπουδῶν) νά ὑποβάλουν στή Γραμματεία τοῦ Συνεδρίου, στή διεύθυνση ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου:
synedrio2023@ecclesia.gr σέ δύο χωριστά ἀρχεῖα (τύπου word ἢ pdf) α) σύντομο βιογραφικό σημείωμα (περ. 200 λέξεων) καί β) τίτλο ἀνακοίνωσης καί περίληψη (περ. 300 λέξεων) τῆς εἰσήγησής τους τό ἀργότερο μέχρι τήν 8η Μαΐου 2023. Οἱ εἰσηγήσεις θά ἔχουν τόν χαρακτῆρα σύντομης ἀνακοίνωσης μέγιστης διάρκειας 15 λεπτῶν. Ἀκολούθως oἱ ὑποβληθησόμενες προτάσεις θά προωθηθοῦν ἀνωνύμως ἀπό τή Γραμματεία τοῦ Συνεδρίου στήν Ἐπιστημονική Ἐπιτροπή πρός ἀξιολόγηση καί στή συνέχεια οἱ ἐνδιαφερόμενοι θά ἐνημερωθοῦν γιά τό ἀποτέλεσμα τό ἀργότερο μέχρι τήν 12η Ἰουνίου 2023.
Τό συνέδριο θά διεξαχθεῖ στήν Ἀθήνα ἀπό 11 ἕως 15 Ὀκτωβρίου 2023, παρουσίᾳ τῶν μελῶν τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μέ ἐναρκτήρια κεντρική διάλεξη στόν Μητροπολιτικό Ἱερό Ναό Ἀθηνῶν, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιπες συνεδρίες θά φιλοξενηθοῦν στούς χώρους τοῦ Μεγάρου Μουσικῆς Ἀθηνῶν. Ἐπίσημες γλῶσσες τοῦ συνεδρίου θά εἶναι ἡ ἑλληνική καί ἡ ἀγγλική. Γιά ὁποιαδήποτε πληροφορία οἱ ἐνδιαφερόμενοι μποροῦν νά ἀπευθύνονται στήν ἠλεκτρονική διεύθυνση:
synedrio2023@ecclesia.gr ἢ στό τηλ. 2111824316.
Ὁ Πρόεδρος τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ὁ Γραμματέας
† Ὁ Ἀθηνῶν Ἱερώνυμος Ἀλέξανδρος Κατσιάρας
Comments are closed.